Τι είναι οι λιποδιαλύτες;
Ο όρος “λιποδιαλύτης”, γνωστός και ως “δεσμευτής λίπους” ή “χάπι αδυνατίσματος”, χρησιμοποιείται για τα διατροφικά συμπληρώματα που φέρουν τον ισχυρισμό ότι προκαλούν αυξημένο μεταβολισμό του λίπους ή μειωμένη απορρόφηση του λίπους ή μεγαλύτερη καύση των θερμίδων.
Τέτοια συμπληρώματα περιέχουν αρκετά συστατικά, τα οποία θεωρείται ότι συμβάλλουν μέσω διαφορετικών μηχανισμών στην απώλεια βάρους.
Υπάρχουν τρόφιμα με λιποδιαλυτική δράση;
Υπάρχουν όντως κάποια τρόφιμα που σε συγκεκριμένες ποσότητες μπορεί να επηρεάσουν την ενεργειακή μας δαπάνη, μέσω διαφόρων μηχανισμών. Κάποια από αυτά τα τρόφιμα είναι ο πράσινος καφές, το κακάο, ο κουρκουμάς, το μηλόξιδο, το γκουαρανά, το τζίντζερ και άλλα.
Τι πρέπει να γνωρίζουμε;
Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια λιποδιαλυτών.
Είναι τελικά αποτελεσματικοί οι λιποδιαλύτες; Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας ενός διατροφικού συμπληρώματος είναι μια περίπλοκη υπόθεση. Συγκεκριμένα, η νομοθεσία διαφέρει από αυτή των φαρμάκων και συχνά δεν απαιτείται από τους κατασκευαστές να αποδεικνύουν αυτό που ισχυρίζονται. Επίσης, για πολλά συστατικά που ίσως βρούμε σε ένα λιποδιαλυτικό σκεύασμα υπάρχουν ελλιπή επιστημονικά δεδομένα.
Ακόμη και αν το σκεύασμα περιέχει συστατικά που έχουν μελετηθεί, δεν αρκεί για να είναι αποτελεσματικό. Συγκεκριμένα, πολλά συστατικά που έχουν μελετηθεί παρουσιάζουν μικρού μεγέθους οφέλη, ενώ δεν δουλεύουν σε όλα τα άτομα. Είναι πολύ εύκολο να προμηθευτεί κανείς λιποδιαλύτες, καθώς δεν χρειάζεται συνταγή γιατρού, και συχνά θεωρούν ότι πρόκειται για σκευάσματα απολύτως ασφαλή. Είναι όμως έτσι στα αλήθεια; Δυστυχώς η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Ωστόσο, κάποια σημεία θέλουν προσοχή. Οι λιποδιαλύτες κρύβουν κινδύνους από τοξικολογικής πλευράς. Παίρνοντας έναν λιποδιαλύτη, εύκολα λαμβάνεται μια ουσία που βρίσκεται και στην τροφή, σε μεγαλύτερη όμως από την επιτρεπόμενη ποσότητα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων και την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, η πρόσληψη έως 400 mg καφεΐνης καθημερινά θεωρείται ασφαλής για έναν υγιή ενήλικα και δεν φαίνεται να σχετίζεται με αρνητικές επιδράσεις στο καρδιαγγειακό και αναπαραγωγικό σύστημα ή στην συνολική υγεία. Αν όμως ένα άτομο που καταναλώνει καφέ προμηθευτεί και έναν λιποδιαλύτη που περιέχει 300 mg καφεΐνης, πολύ εύκολα θα ξεπεράσει το όριο πρόσληψης με αποτέλεσμα πιθανές αρνητικές επιδράσεις όπως υπερδιέγερση, αϋπνία, ενδεχομένως ταχυκαρδίες κλπ, ειδικά αν πρόκειται για ένα άτομο με ευαισθησία στην καφεΐνη.
Ποιές ουσίες θέλουν προσοχή σε μεγάλες δόσεις;
Υπάρχουν κάποιες ουσίες που έχουν λιποδιαλυτική δράση και θέλουν προσοχή, καθώς σε μεγάλες δόσεις προκαλούν ανεπιθύμητα συμπτώματα.
Καψαϊκίνη: Την καψαϊκίνη θα τη βρούμε στο πιπέρι καγιέν και στις κόκκινες πιπεριές, και όταν λαμβάνεται μέσω της τροφής δεν δημιουργεί κανένα θέμα. Ωστόσο, σύμφωνα με αρκετές μελέτες σε μεγάλες δόσεις, έχει συσχετιστεί με νευρολογικές διαταραχές.
CLA: Το CLA, ή αλλιώς συζευγμένο λινολεϊκό οξύ, είναι ένα λιπαρό οξύ που συναντάται σε τροφές όπως το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, είναι ένας πολύ γνωστός λιποδιαλύτης , το οποίο φαίνεται σχετικά ασφαλές σε δόσεις έως 3-4 γραμμάρια την ημέρα για έως 6 μήνες. Η μακροχρόνια χρήση του όμως, ίσως να είναι ηπατοτοξική και για αυτό χρειάζονται περισσότερα ερευνητικά δεδομένα.
Γλυκομαννάνη: Είναι μια διαλυτή φυτική ίνα που προέρχεται από τη ρίζα του φυτού κόντζακ, και θεωρείται καλά ανεκτή σε αρκετά υψηλές δόσεις (2-4 γραμμάρια τη μέρα). Ωστόσο, σε αρκετά άτομα προκαλεί συχνά γαστρεντερική δυσφορία, όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα, ή εναλλαγές αυτών. Επίσης, τα αποτελέσματα των μελετών όσον αφορά τη γλυκομαννάνη είναι αντικρουόμενα.
Λεκιθίνη & Καρνιτίνη: Η λεκιθίνη είναι λιπαρή ουσία που παράγεται από το συκώτι, υπάρχει όμως και σε ορισμένες τροφές όπως στη σόγια και στα αυγά, ενώ η καρνιτίνη είναι μια ουσία που βοηθά το σώμα να μετατρέψει το λίπος σε ενέργεια. Αν και έχουν όντως ευεργετικές δράσεις σε κάποιες περιπτώσεις, και είναι ασφαλή σαν σκευάσματα, δεν τεκμηριώνεται επιστημονικά η οποιαδήποτε συνεισφορά τους στην απώλεια λίπους.
Συμπερασματικά, οι λιποδιαλύτες και τα τρόφιμα με λιποδιαλυτική δράση μπορούν να επηρεάσουν τον μεταβολισμό και την ενεργειακή δαπάνη, αλλά η αποτελεσματικότητά τους είναι περιορισμένη και δεν έχουν τα ίδια αποτελέσματα σε όλους. Παρότι ορισμένα συστατικά έχουν επιστημονικά τεκμηριωμένα οφέλη, αυτά είναι συνήθως μικρής κλίμακας και συχνά απαιτούν μεγάλες ποσότητες κατανάλωσης για να γίνουν αισθητά. Επίσης, η ασφάλεια των λιποδιαλυτών είναι επίσης αμφιλεγόμενη, καθώς η υψηλή πρόσληψη ορισμένων ουσιών μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες. Συνεπώς, πριν από τη χρήση λιποδιαλυτών ή την υιοθέτηση συγκεκριμένων τροφίμων με σκοπό την απώλεια βάρους, είναι σημαντικό να υπάρχει επιστημονικά τεκμηριωμένη καθοδήγηση, να αποφεύγεται η υπερβολική πρόσληψη και να δίνεται έμφαση σε έναν ισορροπημένο τρόπο ζωής που περιλαμβάνει υγιεινή διατροφή και άσκηση.
Βιβλιογραφία:
Jeukendrup, A. E., & Randell, R. (2011). Fat burners: Nutrition supplements that increase fat metabolism. Obesity Reviews, 12(10), 841–851. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/21951
Jakopin, Ž. (2019). Risks associated with fat burners: A toxicological perspective. Food and Chemical Toxicology, 123, 205–224. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/30401
Bo, S., Fadda, M., Fedele, D., Pellegrini, M., Ghigo, E., & Pellegrini, N. (2020). A critical review on the role of food and nutrition in the energy balance. Nutrients, 12(4), 1161. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/32331